Η Ετυμολογία του

Η Αγγλική λέξη "wine" προέρχεται από το Πρωτο-Γερμανικό winam ένα πρώιμο δάνειο από το Λατινικό vinum, "wine" ή "(grape)wine", το οποίο το ίδιο ελήφθη από το Πρωτο-Ινδοευρωπαϊκό wino (Χιττιτικό: wiyana, Λυκειακό: oino, Αρχαιοελληνικό: οίνος, Ελληνικό-Αιολικό ϝοῖνος woinos, Αρμένιο: gini .
Τα αρχαιότερα κείμενα που αναφέρονται στο κρασί είναι τα Μυκηναϊκά Ελληνικά στη Γραμμική γραφή Β στην οποία υπάρχει και ένα ιδεόγραμμα γιά το κρασί.
Εκτός από τις ποικιλίες σταφυλιών που παραδοσιακά χρησιμοποιούνται γιά το φτιάξιμο του κρασιού, τα περισσότερα φρούτα, εκ του φυσικού τους υστερούν είτε σε μεγάλη ποσότητα ζυμώσιμων ζαχάρων, σχετικά χαμηλό όξινο βαθμό, τροφές μηκύτων που χρειάζονται γιά να προχωρήσει ή να συντηρηθεί η ζύμωση ή ένα συνδυασμό των τριών αυτών χαρακτηριστικών. Αυτός είναι πιθανόν ένας από τους κύριους λόγους που το κρασί που έχει γίνει από σταφύλια έχει ιστορικά επικρατήσει μακράν άλλων τύπων και γιατί ειδικά κρασιά από φρούτα έχουν γενικά αποδοθεί σε περιοχές που τα φρούτα ήταν ενδογενή ή εισήχθησαν γιά άλλους λόγους.
Άλλα κρασιά όπως το κρασί από κριθάρι και από ρύζι (δηλ το σάκε), κατασκευάζονται από αμυλούχα ποτά και μοιάζουν με την μπύρα περισσότερο παρά με το κρασί, ενώ το κρασί από τζίντζερ είναι ενισχυμένο με μπράντι. Σ' αυτές τις τελευταίες περιπτώσεις, ο όρος "κρασί" αναφέρεται στο παρόμοιο της περιεκτικότητας σε αλκοόλ μάλλον παρά στην διαδικασία παραγωγής. Η εμπορική χρήση της Αγγλικής λέξης "κρασί" (και οι ισοδύναμες σε άλλες γλώσσες) προστατεύεται από τον νόμο σε πολλές δικαστικές διαμάχες.