Η αρχαιολογική μαρτυρία έχει τοποθετήσει την αρχαιότερη γνωστή παραγωγή κρασιού από ζύμωση σταφυλιών κατά την διάρκεια της ύστερης Νεολιθικής ή της πρώιμης Χαλκολοιθικής εποχής στον Καύκασο και το βόρειο άκρο της Μέσης Ανατολής. Μία εκτεταμένη εργασία χαρτογράφησης-γονιδίων το 2006 ανάλυσε το γενεαλογικό δένδρο περισσότερων από 110 σύγχρονων ποικιλιών σταφυλιών, η οποία κατέδειξε την προέλευσή τους από μία περιοχή της Γεωργίας. Αυτό επιβεβαιώνει τα πρότερα ευρήματα περιοχών με θραύσματα κεραμικής χρωματισμένα με κρασί, που χρονολογήθηκαν στο 6000 π.Χ. στην Γεωργία και στο 5000 π.Χ. στο Ιράν. Τα βάζα στην βορειοδυτική περιοχή του Ιράν είχαν ήδη δείξει προεργασία κρασιού με συντηρητικό νέφτι από ρετσίνι πεύκου, το άρωμα της σημερινής ρετσίνας. Ήδη το 4500 π.Χ. η παραγωγή κρασιού είχε επεκταθεί στην Ελληνική Μακεδονία, την περιοχή όπου πρωτοανευρέθηκαν συμπιεσμένα σταφύλια και ένα ολόκληρο οινοποιείο ανακαλύφθηκε το 2011 μέσα στην σπηλιά Areni-1 στην Αρμενία, που χρονολογήθηκε το 4100 π.Χ.
Μία αναφορά του 2003 από αρχαιολόγους δείχνει ότι πιθανόν να ανακάτευαν σταφύλια με ρύζι για να παράγουν μείγμα ζυμούμενων ποτών στην Κίνα τα πρώιμα χρόνια της έβδομης χιλιετηρίδας Π.Χ. Κεραμικά βάζα από το Νεολιθικό μέρος του Jiahu στην Henan περιείχαν ίχνη ταρταρικού οξέος και άλλων οργανικών υλών που βρίσκονται συνήθως στο κρασί. Όμως, άλλα φρούτα ιθαγενή στην περιοχή όπως τα λευκάγκαθα, δεν μπορούν να εξαιρεθούν ως υποψήφια για κρασί. Εάν αυτά τα ποτά, τα οποία φαίνεται ότι υπήρξαν οι πρόγονοι του ρυζόκρασου, περιελάμβαναν σταφύλια παρά άλλα φρούτα, αυτά θα ήταν από τις πολλές δωδεκάδες ιθαγενή άγρια είδη στην Κίνα, παρά Vitis vinifera, το οποίο εισήχθη εκεί κάπου 6000 χρόνια αργότερα.
Η επέκταση της κουλτούρας του κρασιού έγινε το πιθανότερο από Φοίνικες που επεκτάθηκαν προς τα έξω από μία βάση πόλεων-κρατών κατά μήκος των ακτών του Λιβάνου και του Ισραήλ. Τα κρασιά της Βίβλου εξάγονταν στην Αίγυπτο κατά την διάρκεια του Παλαιού Βασιλείου και μετά σ' όλη την Μεσόγειο. Μαρτυρίες περιλαμβάνουν δύο Φοινικικά ναυάγια από το 750 π.Χ. που ανακαλύφθηκαν από τον Robert Ballard, των οποίων το φορτίο κρασιού ήταν ακόμα άθικτο. Σαν οιjavascript:void(0); πρώτοι μεγάλοι έμποροι στο κρασί (cherem), οι Φοίνικες φαίνεται ότι το είχαν προστατεύσει από την οξείδωση με ένα στρώμα ελαιόλαδου και μετά μιά μόνωση από ξύλο πεύκου και ρετσίνι.
Λογοτεχνικές αναφορές για το κρασί αφθονούν στον Όμηρο (8ος αιώνας π.Χ), τον Αλκμάν (7ος αιώνας π.Χ.) και άλλους. Στην αρχαία Αίγυπτο, έξι από 36 αμφορείς κρασιού βρέθηκαν στον τάφο του βασιλιά Τουτανγχαμών που φέρουν το όνομα "Kha'y", ενός βασιλικού επικεφαλής οινοποιού. Πέντε από αυτούς τους αμφορείς ορίστηκαν ως προερχόμενοι από την προσωπική περιουσία του Βασιλιά, με τον έκτο από την περιουσία του βασιλικού οίκου των Άτεν. Ίχνη κρασιού επίσης βρέθηκαν στο κεντροασιατικό Xinjiang στην σημερινή Κίνα, που χρονολογήθηκαν στην δεύτερη και πρώτη χιλιετηρίδα π.Χ.
Η πρώτη γνωστή αναφορά για κρασιά βασισμένα στο σταφύλι είναι από γραφές του Chanakya του ύστερου 4ου αιώνα π.Χ., τον επικεφαλής υπουργό του Αυτοκράτορα Chandragupta Maurya. Στα γραφτά του, ο Chanakya καταδικάζει την χρήση του αλκοόλ ενώ χρονογραφεί τον αυτοκράτορα και την συχνή επιείκεια του δικαστηρίου του για ένα τύπο κρασιού γνωστό ως madhu.
Οι αρχαίοι Ρωμαίοι φύτευαν αμπελώνες κοντά στην φρουρά της πόλης έτσι που το κρασί μπορούσε να παραχθεί μάλλον τοπικά παρά να σταλεί με πλοία σε μακρινές αποστάσεις. Μερικές από αυτές τις περιοχές είναι τώρα παγκοσμίου φήμης για την παραγωγή κρασιού. Οι Ρωμαίοι ανακάλυψαν ότι καίγοντας κεριά από θειάφι μέσα σε άδεια δοχεία κρασιού τα κρατεί φρέσκα και ελεύθερα από μια μυρωδιά ξιδιού. Στην μεσαιωνική Ευρώπη, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία υποστήριζε το κρασί διότι ο κλήρος το ήθελε για την Θεία Ευχαριστία. Καλόγεροι στην Γαλλία έκαναν κρασί για χρόνια, παλαιώνοντάς το σε σπηλιές. Μια παλιά Αγγλική συνταγή που επέζησε σε διάφορες μορφές μέχρι τον 19ο αιώνα αναφέρει το πως να ραφινάρουμε άσπρο κρασί από μπάσταρδο-κακό ή αλλοιωμένο μπάσταρδο κρασί.